Σε παναττική στάση εργασίας (1 μ.μ. έως 3 μ.μ.) και συγκέντρωση στις 2 μ.μ. στο υπουργείο Εσωτερικών (Βασιλίσσης Σοφίας 15) προχωρούν σήμερα Τετάρτη 16 Ιούλη οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο, καταδικάζοντας το κυβερνητικό νομοσχέδιο για την αναμόρφωση του πειθαρχικού δικαίου για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο.
Την κινητοποίηση έχει καλέσει η ΑΔΕΔΥ, με αφορμή την προγραμματισμένη για την ίδια ώρα συνάντηση της Εκτελεστικής της Επιτροπής με τον υπουργό Εσωτερικών. Αποφάσεις συμμετοχής έχουν πάρει πλήθος συνδικαλιστικοί φορείς από μια σειρά χώρους του Δημοσίου, όπως τα νοσοκομεία, οι δήμοι, τα σχολεία, καταγγέλλοντας το ασφυκτικό πλαίσιο που διαμορφώνουν για τη συνδικαλιστική δράση οι διατάξεις του νομοσχεδίου, αντιμετωπίζοντας ως πειθαρχικά παραπτώματα ενέργειες και δράσεις που συνδέονται με τη διεκδίκηση στοιχειωδών δικαιωμάτων.
Το σχέδιο νόμου, που βρίσκεται στη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης μέχρι τις 21 Ιούλη, κλιμακώνει το πογκρόμ πειθαρχικών διώξεων που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση εναντίον αγωνιστών εργαζομένων στην Παιδεία, στην Υγεία, σε υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και άλλους τομείς, ενώ βάζει το λιθαράκι του στην υλοποίηση των εκφρασμένων κυβερνητικών προθέσεων για κατάργηση της μονιμότητας στο Δημόσιο. Με τον τρόπο αυτό συμπληρώνει το παζλ της επίθεσης, δίπλα στο νομοθέτημα που ετοιμάζει το υπουργείο Εργασίας για τη δουλειά 13 ώρες την ημέρα, με στόχο αφενός την ένταση της εκμετάλλευσης και αφετέρου την κλιμάκωση της καταστολής και του αυταρχισμού στους χώρους δουλειάς, σε μια περίοδο μάλιστα που η πολεμική προπαρασκευή δίνει τον τόνο.
Αναλυτικότερα, με το νέο νομοσχέδιο:
Η «αδικαιολόγητα μη έγκαιρη σύνταξη έκθεσης αξιολόγησης», είχε ενταχθεί και διατηρηθεί στον υπαλληλικό κώδικα, ως πειθαρχικό αδίκημα από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Ωστόσο, η κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να επιβάλει καθολικά την αντιδραστική αξιολόγηση το μετατρέπει σε ιδιώνυμο πειθαρχικό αδίκημα, αυστηροποιεί τις ποινές στην αρχή με χρηματική ποινή τουλάχιστον 2 μηνών αποδοχών και στη συνέχεια με την ποινή της οριστικής παύσης – απόλυσης στην περίπτωση αποχής από την αξιολόγηση για δύο συνεχόμενες αξιολογικές περιόδους.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ., εξισώνει με την ίδια πειθαρχική ποινή τον συνάδελφο που σέβεται τις συλλογικές αποφάσεις και απέχει από την αξιολόγηση, με αυτούς που π.χ.: διαπράττουν κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Η αποχή από την αξιολόγηση σε εφαρμογή των αποφάσεων των συνδικαλιστικών μας οργάνων δεν είναι παράβαση καθήκοντος – δεν είναι πειθαρχικό παράπτωμα. Αποτελεί άσκηση του συνδικαλιστικού και συνταγματικού δικαιώματος στην απεργία.
Παράλληλα, διευρύνεται και αυστηροποιείται το πλαίσιο ποινών:
— Εισάγονται νέες ποινές, ( πχ. η αφαίρεση έως 4 μισθολογικών κλιμακίων και η στέρηση μισθολογικής εξέλιξης έως και 5 έτη.)
— Αυξάνονται τα πρόστιμα αποδοχών που μπορούν να επιβάλουν οι πειθαρχικά προϊστάμενοι (π.χ. αύξηση του προστίμου του υπουργού από αποδοχές 3 μηνών σε 5 μήνες, κλπ.).
— Προστίθενται νέα αδικήματα για τα οποία μπορεί να επιβληθεί η ποινή της οριστικής παύσης – απόλυσης (π.χ. άσκηση εργασίας ή έργου με αμοιβή χωρίς προηγούμενη άδεια της υπηρεσίας!). Ταυτόχρονα, διατηρείται η «ανάξια» ή «αναξιοπρεπής» συμπεριφορά εντός ή εκτός υπηρεσίας, η «παράβαση υποχρέωσης εχεμύθειας», ως λόγοι οριστικής παύσης – απόλυσης, παραπτώματα που έχουν αξιοποιηθεί κατά κόρον για να ποινικοποιηθεί η συνδικαλιστική δράση.
— Ενισχύονται σημαντικά οι περιπτώσεις για τις οποίες μπορούν να επιβληθούν εξοντωτικά οικονομικά πρόστιμα που μπορούν να φτάσουν έως και 30.000 ευρώ ή ακόμη και 100.000 ευρώ.
— Διευρύνονται οι περιπτώσεις για θέση υπάλληλου σε αυτοδίκαιη αργία από τη Διοίκηση χωρίς τη γνώμη του Πειθαρχικού Συμβουλίου (π.χ. σύλληψη, επιβολή περιοριστικών όρων αντί προσωρινής κράτησης, κλπ.). Είναι γνωστό ότι πολλοί συνάδελφοι έχουν συλληφθεί στο πλαίσιο της ποινικοποίησης της συνδικαλιστικής δράσης! Δεν θα επιτρέψουμε να επιβληθεί μια τέτοια διαδικασία σε συνάδελφο που διώκεται ποινικά για πολιτική – συνδικαλιστική δράση!
Καταργείται η συμμετοχή των αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων στα Πειθαρχικά Συμβούλια, απομακρύνονται και οι δικαστικοί λειτουργοί από αυτά και προβλέπεται, αποκλειστική σύνθεσή τους με μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δηλαδή διορισμένους συμβούλους του Δημοσίου, σαν ένα άλλο σώμα πραιτοριανών που θα κάνει γρήγορα και αποτελεσματικά τη δουλειά.
Οι Νομικοί Σύμβουλοι, δηλ. οι δικηγόροι του κράτους που έχουν ως αποστολή να υπερασπίζονται το Δημόσιο ως εργοδότη, θα έχουν την αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδικάζουν τις πειθαρχικές διώξεις του Δημοσίου εναντίον των δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς την παρουσία εκπροσώπου των εργαζομένων. «Γιάννης κερνάει … Γιάννης πίνει» Το μόνο που απομένει στο νομοσχέδιο ως εκπροσώπηση των εργαζομένων είναι η δυνατότητα να παραστεί, χωρίς
δικαίωμα ψήφου, εκπρόσωπος τριτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, προκειμένου να τοποθετηθεί ενώπιον τον Πειθαρχικού Συμβουλίου, ύστερα από αίτηση του διωκόμενου υπαλλήλου.
Καταργείται η δυνατότητα άσκησης ένστασης κατά των αποφάσεων των Πειθαρχικών Συμβουλίων, δηλαδή ένα θεμελιώδες δικαίωμα νομικής προστασίας των δημοσίων υπαλλήλων. Έτσι, οι συνάδελφοι θα αναγκάζονται να στρέφονται στη δαπανηρή, ψυχοφθόρα και χρονοβόρα διαδικασία της δικαστικής προσφυγής. Παράλληλα, προβλέπονται περιπτώσεις που ο υπάλληλος δεν έχει ούτε δικαίωμα δικαστικής προσφυγής (επιβολή ποινής αποδοχών έως 1 μήνα), δηλαδή καταργείται κάθε δικαίωμα δικαστικής προστασίας.
Εισάγεται ο θεσμός της πειθαρχικής συνδιαλλαγής. Στη διαδικασία αυτή, ο διωκόμενος υπάλληλος καλείται να ομολογήσει την ενοχή του, με αντάλλαγμα την επιβολή μικρότερης ποινής. Σε αυτόν τον ανέντιμο εκβιασμό θα υποκύψουν πολλοί συνάδελφοι που άδικα θα παραπεμφθούν, και δικαιολογημένα δεν θα έχουν καμία εμπιστοσύνη στη διαδικασία της πειθαρχικής διαδικασίας, όπως αυτή διαμορφώνεται με το νομοσχέδιο
Αλλάζει ο τρόπος κοινοποιήσεων στο διωκόμενο, που αφορά τον τρόπο αποστολής της κλήσης σε απολογία, του παραπεμπτηρίου, ειδοποιήσεων κλπ καθώς οι επιδόσεις θα γίνεται με email και θα θεωρείται ότι ο διωκόμενος υπάλληλος το έλαβε 3 εργάσιμες ημέρες από την αποστολή του, ανεξάρτητα από το εάν έχει απαντήσει ο ίδιος ότι έλαβε γνώση ή όχι. Με αυτόν τον τρόπο εισάγεται μία αδιανόητη υποχρέωση των υπαλλήλων να έχουν συνεχή πρόσβαση στα e-mail τους, εκτός της εργασίας τους και κατά τη διάρκεια της άδειας τους, κατά παράβαση κάθε έννοιας εργασιακού δικαιώματος εργάσιμου χρόνου.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με το νομοσχέδιο εκσυγχρονίζει και επιταχύνει την πειθαρχική δικαιοσύνη για τους δημοσίους υπαλλήλους για να επέλθει η κάθαρση από τα γνωστά φαινόμενα διαφθοράς, να «τιμωρηθούν οι επίορκοι», κλπ.
Η πραγματικότητα όμως, όπως διαμορφώνεται από τα γεγονότα, είναι διαφορετική. Σε κάθε σκάνδαλο που αποκαλύπτεται, η δομή των εμπλεκόμενων είναι ίδια. Πολιτικά πρόσωπα, μεγαλοστελέχη φορέων και οργανισμών, υπηρεσιακά στελέχη πολλαπλών αποχρώσεων.
Σε κάθε περίπτωση το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, αντιμετωπίζει ήδη με σκληρές ποινές, όπως είναι η οριστική απόλυση, τα πραγματικά σοβαρά αδικήματα όπως: πλαστογραφίες, διαφθορά, εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας κ.ά.. Προφανώς δεν χρειαζόταν νέος νόμος για να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα διαφθοράς, που επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης έχουν πολλαπλασιασθεί. Επομένως το νομοσχέδιο αυτό, δεν στοχεύει στους επίορκους.
Θωρακίζει έναν πειθαρχικό μηχανισμό που θα λειτουργεί ως φόβητρο για όσους τολμούν να σηκώνουν κεφάλι, να διεκδικούν, να αντιστέκονται, να μη σιωπούν.