36ο Συνέδριο ΠΟΣ
(α’ ημέρα)
Επήρα μία πρόσκληση / απ΄ την ομοσπονδία
mail, στην ηλεκτρονική / την αλληλογραφία.
Εννιά η ώρα έλεγε / στις έντεκα του μήνα
θα γίνει το συνέδριο / στο Novus, στην Αθήνα.
Προετοιμάσθην δι αυτό / βεβαίως καταλλήλως
χωρίς να ξέρω φυσικά / πως θα γινόταν… μύλος.
Γιατί, με mail δεύτερο / ενώ είχα ξεκινήσει,
μου γράψαν ότι τελικά / στις δώδεκα θα αρχίσει.
Μα πήγε μία, πήγε δυο / κι αντί να συζητάμε,
στις τέσσερις στο ρεστοράν / πήγαμε για να φάμε.
Ο αγώνας πλέον δίδεται / πέρα στην Ευελπίδων
και εμείς στο πεζοδρόμιο / ελέω θεριακλήδων.
Με μέτρα ασφαλιστικά / μαλώνουν μεταξύ τους,
για να εξασφαλίσουνε / την επιβίωση τους.
Εκεί η ΠΕΠΕ, βάζει αυτογκόλ / και μάλιστα απ’ τη σέντρα
και ας χτυπιέται πως της φταιν / παράκεντρα και κέντρα.
Για να επέλθει, ως νόμιζε / δίκιο και νομιμότης
η ίδια ασφαλιστικά / κάνει στον εαυτό της.
Τα έχασε και φυσικά / κλαίει με μαύρο δάκρυ
και μάλλον το συνέδριο / θα βλέπουν απ’ την άκρη.
Των Λεβεντοκιουτσούκηδων γελάν και τα μουστάκια
αφού τους βγαίνει το ΠΡΟ-ΠΟ / το πιάσατε… γατάκια;
…Στις έξι και, εφτά παρά, / αρχίσαμε επιτέλους,
για έγκριση των σύνεδρων / και του εκάστου μέλους.
Ο Γενιδούνιας και ο Τουρλής / αρχίζουν με… κορώνες
και κάνουνε «μαθήματα» / πως δίνονται οι αγώνες.
Οι άλλοι αφού βλέπουνε / πως είναι κερδισμένοι
θολώνουν την κατάσταση, / γι΄ αυτούς η ουσία μένει.
Εν μέσω αντεγκλήσεων / ευτράπελων κι ωραίων,
επικρατούσε ως είθισται / χάβρα των Ιουδαίων.
Κι εκεί ο Τάκης ξαφνικά / -μεγάλη κουφαλίτσα-
διάβασε την επιστολή / Συρόπουλου και Κλίτσα.
Μέχρι κι ο Γρίβας τα ‘παιξε, / απ’ την πολλή βαβούρα,
κι έφυγε, μα κρατήθηκε / με ζόρι απ’ τον Μπούρα.
Ο Παναγούλιας στο αυτί / μου ‘λεγε κάθε τόσο
«Δες τι τραβάω σύντροφε, / πόσο ν’ αντέξω, πόσο;»
Ετούτοι δω παλεύουνε / τα πρόσωπα ν’ αλλάξουν
το σύστημα που επικρατεί / δεν θέλουν να πειράξουν.
Ο άγριος καπιταλισμός / νομίζουν πως «βολεύει».
Γι΄ αυτό σου λέω μόνο του, το ΠΑΜΕ πως παλεύει.
36ο Συνέδριο ΠΟΣ (2η και 3η μέρα)
Η πρώτη μέρα χάθηκε / τσάμπα πήγε και στράφι
και φταίει, δίκαιοι νάμαστε, / όλο μας το συνάφι.
Μα πάλι επί προσωπικού / στην διαδικασία,
μιλούσαν ακατάπαυστα / χωρίς καμιά ουσία.
Ως δικηγόροι αγράμματοι / κάνανε αναλύσεις.
Απ’ όλα τι να πρωτοπείς / και από που ν’ αρχίσεις.
Τουρλήδες, Γενιδούνιηδες / λανσάρονται ως νέοι
κι ως παλαιοί, Κιουτσούκηδες / Παρασκευοπουλαίοι.
Μα όπως λέει κι ο λαός / οι παλιοκαραβάνες,
δεν παίζονται με τίποτα / είναι «παλιές πουτάνες».
Φάνηκε τούτο καθαρά / εις την ψηφοφορία.
Τέτοιο νυστέρι πουθενά / ούτε στα χειρουργεία.
Είχαν βεβαίως από πριν / επιμελώς φροντίσει,
ποιος θα ‘χε το δικαίωμα / στο τέλος να ψηφίσει.
Οι μπουνταλάδες ψάχνουνε / λαγούς κι ουρές ακόμα,
χαμπάρι δεν επήρανε / πως «πέσανε στο χώμα».
Ρε σεις, ακόμα κι άλλοι «επτά» / να ήτανε μαζί σας,
διαλυμένο θάτανε / πάλι το μαγαζί σας.
Οι Τζαμπαζλήδες, Μπούρηδες / αποδειχθήκαν λίγοι,
μάλλον κάποιον χρειάζονται / τα μάτια τους ν’ ανοίγει.
Όχι, όχι ο Κώστας φυσικά / το μάτι του γυαλίζει,
και κάτι ακαθόριστο / πάνω του με φοβίζει.
Ίσως να είναι ο τρόπος του / ίσως η βουλιμία,
που δείχνει για την προβολή / και κάθε εξουσία.
Οι ίδιοι παλαιότερα / ανέμους είχαν σπείρει
Τώρα θερίζουν θύελλες, / κάνουνε χαρακίρι.
Μ’ αυτό που είναι τραγικό, / και σας το λέω με πόνο,
τρεις μέρες κουβεντιάζανε / για τις καρέκλες μόνο.
Ποιος θα μας προφυλάξει από… / αυτούς τους νοματαίους
Απ’ τις «παλιές» που λέγαμε / και κύρια απ’ τους νέους.
Κλείνοντας θέλω να σας πω / τους αριθμούς να δείτε,
τα πάρε δώσε φαίνονται / και κει εκπλαγείτε.
Ακόμα κι’ από Δίκτυο / και Νέα Συμμαχία
υπάρχουνε διαρροές, / σίγουρα ψήφος μία!
Μονάχα μία σταθερά / πραγματική αξία,
είναι οι σύνεδροι οι επτά / στην διαδικασία.
Με τον καθάριο λόγο τους, / τις θέσεις και την στάση
και πάλι κάποιους πείραξε, / αλλά… θα τους περάσει.
Πηγή ΑΛΙΚΟΣ
Μέρα 1η
Μέρα 2η και 3η