Μια κακοστημένη θεατρική παράσταση στη Βουλή για το έγκλημα στα Τέμπη έστησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο πρωθυπουργός, αρκετές φορές μπέρδεψε τα λόγια του, μιλώντας για «ατύχημα» και όχι για «δυστύχημα», ενώ έριξε ξανά τις ευθύνες στο «ανθρώπινο λάθος».
Προκλητικός και θρασύς εμφανίστηκε ο πρωθυπουργός στην Βουλή απαιτώντας να επιβληθεί σιωπητήριο σχετικά με τις αιτίες του εγκλήματος στα Τέμπη και να αποδοθούν όλα στο γνωστό και από την πρώτη στιγμή δουλεμένο σενάριο της κυβέρνησης περί «ανθρώπινου λάθους».
Οπως είπε, «μόνο οι συγγενείς (των θανόντων) έχουν το δικαίωμα να κάνουν την θλίψη τους διαμαρτυρία», ενώ ξεπερνώντας κάθε όριο υποκρισίας, εμφανίστηκε τάχα μεγαλόψυχος με φληναφήματα όπως ότι οι συγγενείς των θυμάτων «μπορεί ακόμα και να αδικούν την πολιτεία, αναζητώντας ενόχους ακόμα και στα τυφλά». Και την ίδια στιγμή χαρακτήρισε τα αδιάσειστα στοιχεία που οι συγγενείς των θυμάτων έχουν αναδείξει, ως «τερατουργήματα» και «θεωρίες συνωμοσίας».
Και όλα τα παραπάνω ο Μητσοτάκης τα είπε, κοιτώντας τους συγγενείς των θυμάτων που βρίσκονταν στην Βουλή για να ισχυριστεί χωρίς ντροπή ότι δεν υπάρχει καμιά προσπάθεια συγκάλυψης.
Επανέλαβε επίσης ότι και το πρόσφατο δημοσίευμα του «Βήματος» εμπεριείχε παραπλανητικούς ισχυρισμούς, ενώ με οργίλο ύφος αρνήθηκε ότι δούλεψε μονταζιέρα στο Μαξίμου, προκειμένου τις πρώτες κιόλας ώρες από το έγκλημα να διαμορφωθεί η εικόνα του «ανθρώπινου λάθους». Χωρίς βέβαια να δώσει καμία συγκεκριμένη εξήγηση παρά μόνο ότι ήταν …συναισθηματικά φορτισμένος και δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο.
Σε αυτό το πλαίσιο, επανέλαβε ότι «έπρεπε ο σταθμάρχης να κάνει σωστά τη δουλειά του», ότι δεν υπήρξε κανένα μπάζωμα, ούτε ξυλόλιο και εύφλεκτα υλικά, απαξιώνοντας σειρά στοιχείων που έχουν προσκομιστεί στην σχετική έρευνα. Αλλωστε έσπευσε να υποβιβάσει και τους ειδικούς που τα έχουν συνεισφέρει στην διερεύνηση της υπόθεση, λέγοντας ότι «ένας πραγματογνώμονας υπάρχει (ο ορισμένος από την Δικαιοσύνη), όλοι οι άλλοι είναι τεχνικοί σύμβουλοι».
Στο ίδιο φόντο, κι ενώ βοά ο τόπος από όσα γίνονται εδώ και ένα χρόνο, επέμεινε ότι «ουδέποτε δόθηκε καμία εντολή για συγκάλυψη», όπως και ότι «η δικαιοσύνη κινείται με γοργούς ρυθμούς» την ώρα που ακόμα …ετοιμάζεται ο χώρος για να γίνει η δίκη.
Συνεχίζοντας να εξευτελίζει την υπόθεση, έδωσε έναυσμα σε άλλη μια κοκορομαχία, περιορίζοντας το θέμα στο ότι δεν είχε ολοκληρωθεί η σύμβαση 717, θυμίζοντας ότι ο προγραμματισμός ήταν να ολοκληρωθεί το 2016, αλλά επί ΣΥΡΙΖΑ δόθηκαν 6 παρατάσεις.
Για τον Κ. Καραμανλή και το αίτημα ΣΥΡΙΖΑ περί σύστασης προκαταρκτικής επιτροπής που θα τον οδηγήσει στη Δικαιοσύνη, αντιγύρισε στην Σ. Φάμελο ότι πρέπει πρώτα να το τεκμηριώσουν, να το φέρουν μετά στη Βουλή για να ακολουθήσει ξανά συζήτηση. Πρόσθεσε δακρύβρεχτα ότι «στη συνείδησή του (του Καραμανλή) και όλων μας θα βαραίνει ότι δεν είχε τελειώσει εγκαίρως η 717».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε πως ζήτησε «συγγνώμη εξ ονόματος όλων όσοι κυβέρνησαν επί δεκαετίες χωρίς να μπορέσουν να αλλάξουν τα κακώς κείμενα των ελληνικών σιδηροδρόμων», χωρίς να βρίσκει κάτι να πει συγκεκριμένα για τη δική του πολιτική ηγεσία αλλά και τον υπουργό του, Κ. Καραμανλή, τότε. Αυτόν τον κύριο που ως υπουργός Μεταφορών δήλωνε μια εβδομάδα πριν το έγκλημα στα Τέμπη: «Μία υπεύθυνη πολιτεία δεν μπορεί να παίζει με την ασφάλεια των επιβατών»! Συμπλήρωνε, μάλιστα, ότι είναι «ντροπή» να μπαίνουν «θέματα ασφαλείας» για τον σιδηρόδρομο!
Επίσης επανέλαβε τις προκλητικές αναφορές ότι «στα Τέμπη συγκρούστηκε μετωπικά η πατρίδα μας με τον κακό της εαυτό», αφού «διαχρονικά κενά του κράτους συνάντησαν το ανθρώπινο λάθος».
Τέλος, στη σκιά των παραιτήσεων των δύο υπουργών του (Μπρατάκου και Παπασταύρου), μετά τη συνάντηση με τον εφοπλιστή, ιδιοκτήτη ΜΜΕ και ΠΑΕ, Βαγγέλη Μαρινάκη, μίλησε για «παράκεντρα» και είπε ότι εάν «αν κάποιος εκδότης κάποιος μεγαλοεπιχειρηματίας έχει πολιτικές βλέψεις ας εμφανιστεί ανοιχτά στην πολιτική αρένα, όχι με πληρεξουσίους».